- περσέπολις
- Μία από τις πρωτεύουσες της αρχαίας περσικής αυτοκρατορίας, όπου σώζονται οι τάφοι των Περσών βασιλιάδων. Ιδρύθηκε από τον Δαρείο A΄ γύρω στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. και επεκτάθηκε από τον γιο του Ξέρξη A΄ και τον Αρταξέρξη A΄. Ήταν χτισμένη στα Ν της χώρας, σε απόσταση 60 χλμ. από τη σημερινή Σιράζ, όχι μακριά από τη συμβολή του ποταμού Παλουάρ στον Κύρο (Κούρ) και κοντά στους πρόποδες του όρους Κούχι Ραχμέτ. Η Π. στα χρόνια του Δαρείου A΄ (522-485) έγινε έδρα των βασιλιάδων της Περσίας, το 331 π.Χ. πυρπολήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο και μόλις το 639 μ.Χ. κατακτήθηκε από τους Άραβες, στα χρόνια του χαλίφη Ομάρ.
Η πόλη περιλάμβανε τα ανάκτορα του Δαρείου, του Ξέρξη και τις αίθουσες υποδοχής, και ολόγυρα υπήρχε υπερυψωμένη πλατεία, στην οποία ανέβαιναν με μεγαλοπρεπείς σκάλες. Η αίθουσα του θρόνου του Ξέρξη περιστοιχιζόταν από εκατό κίονες. Οι κορμοί των κιόνων, ύψους περίπου 20 μ., είχαν στην κορυφή κιονόκρανα περίπου 2 μ. ύψους, διακοσμημένα με στέρνα ταύρων που συχνά είχαν ανθρώπινο κεφάλι. Η αίθουσα υποδοχής του Δαρείου μπορούσε να χωρέσει 10.00 άτομα. Οι ογκόλιθοι όλων αυτών και άλλων κτιρίων από τα οποία σήμερα σώζονται ερείπια, ήταν τοποθετημένοι ο ένας πάνω στον άλλο, χωρίς ασβεστοκονίαμα. Σε απόσταση 13 χλμ. από τον ποταμό υψώνεται βράχος, μέσα στον οποίο είναι λαξευμένοι τέσσερις πανομοιότυποι τάφοι, που φαίνεται ότι ανήκαν σε Πέρσες βασιλιάδες. Αυτοί, σύμφωνα με προγενέστερες αλλά και νεότερες έρευνες ήταν ο Δαρείος A΄, ο Ξέρξης A΄, ο Αρταξέρξης A΄ ο Μακρόχειρ και ο Δαρείος B΄ ο Νόθος. Γεγονός είναι ότι η Π. ήταν μέχρι το 316 π.Χ. πρωτεύουσα της Περσίδας, που τότε αποτελούσε επαρχία της Μακεδονικής αυτοκρατορίας. Σταδιακά γνώρισε την παρακμή, αλλά τα ερείπια των μνημείων των βασιλιάδων της έμειναν για να μαρτυρούν την παλιά της δόξα.
* * *και περσέπτολις, ὁ, ἡ Α1. αυτός που εκπορθεί και καταστρέφει πόλεις (α. «ὁ περσέπτολις βασίλειος στρατός», Αισχύλ.β. «Νεοπτόλεμον, περσέπτολιν Τρώων», Ηλιόδ.γ. «Παλλάδα περσέπτολιν δεινάν», Αριστοφ.)2. ως κύριο όν. Περσέπολιςη αρχαία πρωτεύουσα τής Περσίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. του ένσιγμου αορίστου ἔπερσα τού ρήματος πέρθω «καταστρέφω» + πόλις (για τον σχηματισμό τού τ. πρβλ. ἀκερσεκόμης)].
Dictionary of Greek. 2013.